H Julian Moore γεννήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου του 1960 στο Fayetteville της North Carolina. Κατά τη διάρκεια των παιδικών της χρόνων η οικογένειά της χρειάστηκε να μετακομίσει αρκετές φορές λόγω των συχνών μεταθέσεων του στρατιωτικού δικαστή πατέρα της. Αποφοιτώντας από το λύκειο συνεχίζει τις σπουδές της στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης αποκτώντας το Bachelor of Fine Arts. Πιστεύοντας ότι στη Νέα Υόρκη θα έχει περισσότερες ευκαιρίες να εργαστεί ως ηθοποιός εγκαθίσταται στο Manhattan όπου και κάνει τα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα. Επειδή ήδη το όνομά της ήταν κατοχυρωμένο στο αμεριάνικο Actor `s Guild χρειάστηκε να αλλάξει το όνομά της από Julie Anne Smith -όπως τη φώναζαν μέχρι τότε- σε Julian Moore. Το παραπάνω προέκυψε από τη συνένωση του Julie Anne και από τη χρήση του μεσαίου ονόματος του πατέρα της (Moore) ως επώνυμο.
Ύστερα από ορισμένες θεατρικές παραστάσεις εκτός Broadway, όπως το Serious Money και το Ice Cream with Hot Fudge ακολουθούν μερικά σύντομα περάσματα σε τηλεοπτικά προγράμματα, μέχρι να εξασφαλίσει το διπλό ρόλο δυο ετεροθαλών αδερφών στην καθημερινή τηλεοπτική σειρά As the World Turns, στην οποία συμμετέχει από το 1985 εως το 1988. Την τελευταία χρονιά βραβεύεται κιόλας με ένα βραβείο Emmy.
Πραγματική της επιθυμία ωστόσο είναι να εργαστεί στο χώρο του κινηματογράφου. Έτσι μετά από κάποιες ασήμαντες τηλεταινίες όπως το The Last to Go ή το Lovercraft κερδίζει,σε ηλικία 30 ετών, τον πρώτο της ιδιαίτερα μικρό κινηματογραφικό ρόλο υποδυόμενη το θύμα μιας μούμιας στο Tales from the Darkside : the Movie. Ακολουθούν δευτερεύοντες ρόλοι στα The Hand that Rocks the Cradle και The Gun in Betty `s Handbag, μέχρι να λάβει μέρος το 1993 στο the Fugitive ως η βοηθός του Ηarrison Ford στο Cook County Hospital. Όπως άργοτερα θα αναφέρει ο Steven Spielberg η ερμηνεία της αυτή -παρόλο που δεν είχε μεγάλη διάρκεια- τον εντυπωσίασε σε τέτοιο βαθμό ώστε να της προσφέρει το 1997 τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο δεύτερο μέρος του Jurassic Park, χωρίς να χρειαστεί να περάσει από audition. Η χρονιά αυτή υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική για τη Moore, καθώς πέρα από τη συμμετοχή της σε μία από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες της χρονιάς, το Δεκέμβριο αποκτά τον πρώτο της γιο μαζί με τον σκηνοθέτη Bart Freundlich.
H Moore πάντως φαίνεται να έχει μεγαλύτερη προτίμηση στις low budget ταινίες και στις ανεξάρτητες παραγωγές. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα στο χώρο της σκηνοθεσίας, όπως με τον Robert Altman στο Short Cuts και αργότερα στο Cookie `s Fortune, τον Oliver Parker στην ταινία εποχής An Ideal Husband αλλά και με τους αδερφούς Cohen στο Βig Lebowski. Το ίδιο ισχύει και για το Ridley Scott στο sequel της Σιωπής των Αμνών, Hannibal, όπου η Μοοre συνεργάζεται για δεύτερη φορά με τον Anthony Hopkins μετά από το Surviving Picasso το 1996. H Julian καταφέρνει με επιτυχία να ερμηνεύσει το χαρακτήρα της Clarice, όπου στο πρώτο μέρος είχε υποδυθεί η Jodie Foster, αποφεύγοντας τις μιμήσεις και καταφέρνοντας να αποδώσει μια διαφορετική, πιο εύθραυστη εικόνα της πράκτορος του FBI. Παράλληλα έχει συνεργαστεί με τον Paul Thomas Anderson στο Μαgnolia, αλλά προηγουμένως στο Boogie Nights. Η ερμηνεία της στην ταινία αυτή -όπου αρχικά δεν ήθελε να λάβει μέρος αλλά πείστηκε τελικά λόγω του καλογραμμένου σεναρίου- ως μια σταρ στο χώρο της βιομηχανίας των ταινιών πορνό που αναγκάστηκε να δώσει το παιδί της για υιοθεσία, της χαρίζει μια υποψηφιότητα για το Oscar καλύτερης γυναικείας ερμηνείας. Το ίδιο συμβαίνει ένα χρόνο αργότερα και με τη συγκινητική ιστορία αγάπης του Neil Jordan, the End of the Affair, χωρίς όμως να καταφέρει να κρατήσει στα χέρια της το πολυπόθητο αγαλματάκι σε καμία από τις δυο περιπτώσεις.
Η Moore αναμφίβολα αποτελεί μια από τις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της, καθώς ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι ταινίες στις οποίες συμμετέχει δε σημειώνουν επιτυχία, κανείς δε μπορεί να προσάψει κάτι για την ερμηνεία της. Ύστερα από αρκετά χρόνια σκληρής δουλειάς έχει κατορθώσει να λάβει μέρος σε μερικές από τις πιο αγαπημένες ταινίες και παράλληλα να κερδίσει το σεβασμό από τους συναδέλφους της. Και η ίδια δε φαίνεται καθόλου να αγχώνεται με το πέρασμα του χρόνου, καθώς όπως χαρακτηριστικά δηλώνει : «Δε φοβάμαι καθόλου να γεράσω. Γιατί όσο πιο πολύ γερνάω τόσο πιο πολλές προσφορές έχω να παίζω σε ρόλους. Για αυτό ζήτω τα σαράντα!».