Είναι αναμφίβολα μια από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς της εποχής μας, ισάξια ίσως της Meryl Streep. Έχει υμνηθεί για το υπέροχο διαπεραστικό βλέμμα της, τα γαλάζια μάτια της, τα μεταξένια ξανθά μαλλιά και την πορσελάνινη επιδερμίδα της καθώς και για την παλιομοδίτικη ομορφιά της. Δεν είναι άλλη από τη Catherine Elise Blanchett ή πιο οικεία σε μας, Cate Blanchett, που γεννήθηκε στις 14 Μαΐου του 1969.
Ο πατέρας της Bob από το Τέξας, πρώην αξιωματικός του ναυτικού των ΗΠΑ γνώρισε τη μητέρα της, δασκάλα, June και μετακόμισαν στη Μελβούρνη όπου εκεί γεννήθηκε η Cate, ο μεγαλύτερος αδελφός και μια μικρότερη αδελφή της. Σαν παιδί η Cate θυμάται τον εαυτό της ως εξωστρεφή και ιδιαίτερα κοινωνική. Οι γονείς της την ενθάρρυναν να ακολουθήσει το δρόμο της μουσικής. Ήταν (και είναι) λάτρης της κλασσικής μουσικής και τότε έκανε πολύ συχνές εμφανίσεις στο ABC Classic FM radio του Sydney.
Το πιο δυσάρεστο γεγονός της ζωής της ήταν ο χαμός του πατέρα της από καρδιακή προσβολή, όταν εκείνη ήταν μόλις δέκα ετών. Το συνταρακτικό και τραυματικό με τον θάνατό του ήταν πως πέθανε μπροστά στα μάτια της και αυτό της στοίχισε υπερβολικά. Έτσι η Cate μεγάλωσε στα χέρια της γενναίας μητέρας της και άρχισε να κυνηγάει ένα μέλλον στην υποκριτική.
Φοίτησε στο Methodist Ladies College της Μελβούρνης και ήταν αρχηγός της θεατρικής ομάδας της τάξης της. Εμφανίστηκε σε προγράμματα της τοπικής τηλεόρασης και συνέχισε της σπουδές της στο πανεπιστήμιο της Μελβούρνης για να σπουδάσει Fine Arts and Economics. Σύντομα όμως έφυγε για να ταξιδέψει, ελπίζοντας να αποκτήσει εμπειρίες πριν αποφασίσει με τι πραγματικά θα ήθελε να ασχοληθεί.
Βρέθηκε στην Αγγλία, απ' όπου όμως αναγκάστηκε να φύγει όταν έληξε η visa της. Κατευθύνθηκε στην Αίγυπτο, όπου την εντόπισε ένας ένοικος του φτηνού ξενοδοχείο όπου διέμενε και έτσι πήρε ένα ρόλο κομπάρσου σε μια αιγυπτιακή ταινία. Επιστρέφοντας στη Μελβούρνη γράφτηκε στο National Institute of Dramatic Art. Ήταν άριστη μαθήτρια και δεν άργησε να αφήσει έκθαμβους τους καθηγητές της με το ταλέντο της. Αποφοίτησε το 1992 και στο τελευταίο έτος πρωταγωνίστησε στη Ηλέκτρα του Σοφοκλή. Αποκτά ένα φανατικό θαυμαστή, τον Geoffrey Rush ο οποίος φιλοξενούνταν από έναν καθηγητή της. Στη συνεχεία βρέθηκε στο θίασο του Sydney Theatre Company για τη παραγωγή του Caryl Churchill, 'Top Girls'.
Ακολούθησε το 1993 η θεατρική παράσταση του Timothy Daly, 'Kafka Dances' όπου σημείωσε εξαιρετική παρουσία και κέρδισε βραβείο Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου από την Ένωση Θεατρικών Κριτικών του Sydney. Εκείνη την περίοδο έκανε τις πρώτες εμφανίσεις στη τηλεόραση ενώ έπαιξε και στη τηλεοπτική ταινία 'Heartland' (1994). Όμως η Cate προτίμησε να συνεχίσει επί σκηνής. Ο μεγάλος της θαυμαστής Geoffrey Rush της δίνει τον ρόλο της Οφηλίας στον Hamlet και από τότε αρχίζει να δοκιμάζει τις δυνάμεις της σε δύσκολους μα και τόσο διαφορετικούς ρόλους.
Μετά το πρώτο κινηματογραφικό ξεπέταγμα με τη ταινία μικρού μήκους «Parklands» (1996) ήρθε το φιλμ «Paradise Road» (1997) με τη Glenn Close, ανοίγοντας τον κύκλο των επιτυχιών. Ακολούθησε η περίεργη κωμωδία «Thank God He Met Lizzie» (1997), ενώ ο παραγωγός Gillian Armstrong επέμενε ώστε η Cate να συμπρωταγωνιστήσει με τον Ralph Fiennes στη ταινία «Oscar and Lucinda» (1997). Τον ίδιο χρόνο ενώ εκείνη έπαιζε στο 'Γλάρο' του Τσέχωφ γνώρισε τον σεναριογράφο Andrew Upton, τον οποίο ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μετά από μερικούς μήνες.
Το 1997 συμπρωταγωνίστησε στο ανέβασμα του 'The Vagina Monologues' στο Old Vic του Λονδίνου μαζί με τις Kate Winslet, Julianne Moore, Melanie Griffith και Gillian Anderson. Η αναγνώριση από το ευρύ κοινό ήρθε τον επόμενο χρόνο με την ταινία «Elizabeth» (1998). Με σιγουριά και αυτοπεποίθηση σήκωσε άνετα το βάρος του ομώνυμου ρόλου και κατέφερε να προταθεί και για Oscar Α' Γυναικείου ρόλου, χάνοντας -κατά κοινή ομολογία άδικα- από την Gwyneth Paltrow.
Ακολούθησαν ρόλοι στις ταινίες «An Ideal Husband» (1999) που βασίστηκε στο ομώνυμο έργο του Oscar Wilde, «Pushing Tin» (1999) με τον John Cusack, «The Talented Mr Ripley» (1999) και «The Gift» (2000). Τον επόμενο χρόνο συνεργάζεται με τον Bruce Willis στο «Bandits» (2001) ενώ περίπου την ίδια περίοδο προβάλλεται και το «The Shipping News» (2001) με τον Kevin Spacy και την Judi Dench. Ένας ρόλος που παραδέχεται πως τη δυσκόλεψε ήταν της ομώνυμης ηρωίδας στο «Charlotte Gray» (2001), την πιο ακριβή Βρετανική παραγωγή, που όμως δεν είχε εμπορική επιτυχία.
Το τρία επόμενα χρόνια για την Cate Blanchett έχουν το σημάδι του 'Αρχοντα': «Lord Of The Rings: The Fellowship Of The Ring» (2001), «The Lord Of The Rings: The Two Towers» (2002) και «The Lord Of The Rings: The Return Of The King» (2003). Η ίδια είχε ομολογήσει πως ο ρόλος της ήταν μια μεγάλη πρόκληση για να συμπληρώσει με χιούμορ πως πάντα ήθελε να εμφανιστεί σε μια ταινία φορώντας μυτερά αυτιά. Μάλιστα μετά το τέλος των γυρισμάτων κράτησε τα προσθετικά μυτερά αυτιά ξωτικού που φορούσε και τα... επιχρύσωσε.
Παράλληλα το φθινόπωρο του 2003 έγινε το μοντέλο της Donna Karan. Την ίδια περίοδο συμμετείχε στο δραματικό «Veronica Guerin», στο «The Life Aquatic with Steve Zissou» (2004) και τελικά στο «The Aviator» (2005) του Martin Scorsese όπου τελικά κέρδισε το βραβείο Oscar Β' Γυναικείου ρόλου. Ήταν μια περίοδος που όλοι την ήθελαν στις ταινίες της. Εκείνη όμως επέλεξε το σπονδυλωτό δράμα «Babel» δίπλα στον Brad Pitt. Μετά το αδιάφορο πέρασμα από το «The Good German» επέστρεψε με μια δύσκολο ερμηνεία στο «Notes on a Scandal» κερδίζοντας μια ακόμη υποψηφιότητα για Oscar Β' Γυναικείου ρόλου.
H Cate Blanchett είχε το 2008 μια σπάνια τύχη. Κατάφερε να είναι ταυτόχρονα υποψήφια για 2 Oscar για τις ερμηνείες της στις ταινίες «Elizabeth: The Golden Age» ρόλο της Ελισάβετ της Α' και «I'm Not There» στο ρόλο του Bob Dylan,στις κατηγορίες A' και B' Γυναικείου ρόλου αντίστοιχα. Σε μια από τις πιο mainstream επιλογές της, ανέλαβε το ρόλο της 'κακής' Ρωσίδας που κυνηγά τον Indiana Jones, στο «Indiana Jones and the Kingdom of the Crystal Skull». Έχει ήδη τελειώσει τα γυρίσματα για το «The Curious Case of Benjamin Button» του David Fincher ενώ βρίσκεται στο πλατό για το «The Fantastic Mr. Fox» του Wes Anderson δίπλα στον George Clooney.
Στις αρχές του 2008 ανέλαβε για τρια χρόνια τη συν-διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου στο Σίδνεϊ μαζί με το σύζυγό της. Όταν δεν συμμετέχει σε γυρίσματα, η Cate Blanchett ζει ήσυχα στην Aυστραλία αποφεύγοντας τα φώτα της δημοσιότητας, μαζί με τον άντρα της και τους τρεις γιους τους, τον Dashiell John, τον Roman Robert και Ignatius Martin.