Lodge Kerrigan (L.K.): Στην πραγματικότητα υπάρχουν τρεις λόγοι. Κατ' αρχήν έχω μια εντεκάχρονη κόρη, τη Serena, η οποία τότε που γεννήθηκε αποδείχθηκε αρκετά ανεξάρτητη και όταν πηγαίνουμε σε δημόσιους χώρους της αρέσει να τους εξερευνεί. Έχουν υπάρξει φορές που σε τέτοιες καταστάσεις δεν την εντόπισα με την πρώτη ματιά. Ο φόβος και ο πανικός που ένοιωσα ήταν το σημείο εκκίνησης και αποφάσισα να κάνω μια ταινία για ένα άνδρα που αντιμετωπίζει μια τέτοια κατάσταση και προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το χαμό του παιδιού του. Επιπλέον εδώ και πολύ καιρό με απασχολεί το θέμα των ψυχικών ασθενειών και συγκεκριμένα το φαινόμενο των κοινωνικά απομονωμένων ανθρώπων στους οποίους η ψυχική υγεία επιβαρύνεται γρήγορα, και ειδικά στις κοινωνίες που δεν υπάρχει ιδιαίτερη συνοχή και υποστήριξη. Τρίτον με ενδιέφερε το πώς οι ζωές μας μπορούν να αλλάξουν με μη αναστρέψιμο τρόπο από τη μία στιγμή στην άλλη. Κανένας μας δεν εξαιρείται από αυτό τον κίνδυνο και απλά όλοι μας τον προσπερνάμε ελπίζοντας να μην μας συμβεί ποτέ. Θέλω να διευκρινίσω ότι δεν το εννοώ υπό το πρίσμα της τρομοκρατίας μετά το 2001, αν και όλοι προσπαθούν να το συνδέσουν. Ε λοιπόν δεν υπάρχει καμία σχέση με την 11η Σεπτεμβρίου, είναι καθαρή μυθοπλασία!
L.K: Απολύτως. Είναι ένας τρόπος, αν όχι να συμφιλιωθείς, τουλάχιστον να το αντιμετωπίσεις, να το εξερευνήσεις. Σαν γονιός αυτός είναι ο χειρότερος φόβος μου στη ζωή, να μου πάρουν το παιδί μου. Πέρα από αυτό όμως και ειδικά στο δεύτερο μέρος της ταινίας, τονίζω και το θέμα της απομόνωσης που πλήττει ειδικά τις ΗΠΑ αλλά πλέον και τον υπόλοιπο κόσμο. Ζούμε σε κρίσιμους καιρούς και πιστεύω ότι είναι ευκολότερη η ταύτιση του θεατή καθώς όλοι βιώνουμε τα προβλήματά μας. Εγώ για παράδειγμα θα μπορούσα εύκολα να είμαι ψυχικά ασθενής, αν π.χ. είχα άλλους γονείς ή μεγάλωνα σε διαφορετικό περιβάλλον. Έτσι αντιμετωπίζω με συμπάθεια αυτούς τους ανθρώπους.
L.K: Εγώ πιστεύω ότι είναι περισσότερο ένα αστικό φαινόμενο και δεν έχει τόσο σχέση με της γεωγραφικές ηπείρους. Φαντάζομαι πως στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερο πρόβλημα γιατί δεν υπάρχει αξιοπρεπές σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και όπως είπα η σχέση μεταξύ του συστήματος υγείας και της ανάπτυξης ψυχικών ασθενειών είναι άμεση. Και η κατάσταση επιδεινώνεται καθώς οι ψυχικά ασθενείς δεν μπορούν να ορθοποδήσουν οικονομικά, δεν βρίσκουν δουλειά, χάνοντας έτσι κάθε ελπίδα για πρόσβαση σε αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας. Πάντως αν εξαιρέσουμε αυτή τη παράμετρο που διαφέρει από Αμερική σε Ευρώπη, το πρόβλημα υπάρχει σε όλα τα μεγάλα απρόσωπα αστικά κέντρα. Ακόμη και στη Γαλλία που έχει ισχυρό κρατικό σύστημα πρόνοιας βλέπεις κόσμο κάτω από το επίπεδο της φτώχειας. Είναι ένα ευρύ θέμα τελικά.
L.K: Η επιλογή ήταν συνειδητή όπως σωστά καταλάβατε, για να πετύχω περισσότερο ρεαλισμό. Κράτησα την κάμερα κοντά στον ήρωα και έκανα πολλά γυρίσματα σε δημόσιους χώρους χωρίς να έχω πλήρη έλεγχο του κοινού. Για παράδειγμα πάνω από 200.000 άτομα χρησιμοποιούν κάθε μέρα το χώρο του Port Authority με τις αφετηρίες των λεωφορείων όπου κάναμε γυρίσματα. Όπως καταλαβαίνετε οι περισσότεροι από όσους βλέπετε πίσω από τον ήρωα είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι που πάνε στις δουλειές τους. Επιπλέον χρησιμοποίησα κατά κύριο λόγο φυσικό φωτισμό στους εξωτερικούς χώρους, γυρίζοντας με την κάμερα στο χέρι και έχοντας πάντα τον Damian Lewis μέσα στο κάδρο. Όλα αυτά αποσκοπούν στο να 'πείσουν' το θεατή ότι ο Keane υπάρχει πραγματικά. Προφανώς όλοι γνωρίζουν ότι είναι μια ταινία, αλλά όσο πιο αληθινή φαίνεται τόσο πιθανότερο είναι να ταυτιστεί με τον ήρωα.
L.K: Κατ' αρχήν δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με το ψηφιακό video. Αλλωστε δεν είμαι ιδιαίτερα συντηρητικός και μ' αρέσει να επιτίθεμαι στις κατεστημένες ιδέες. Όμως νομίζω ότι το video σε αυτή την ταινία θα ήταν μια λάθος επιλογή γιατί θα παραήταν άμεσο. Το φιλμ προσφέρει μια 'απόσταση' θυμίζοντας στο κοινό ότι βλέπει ταινία. Το video θα έκανε την ταινία υπερβολικά ρεαλιστική, θα αναστάτωνε το κοινό και δεν θα τους άφηνε να συμπάσχουν με τον ήρωα.
L.K: Γενικά είχα σκοπό η ιστορία να αγγίξει το κοινό, είτε με το συναίσθημα είτε με τη λογική Ο Keane είναι ένας άνθρωπος που οι περισσότεροι από εμάς θα απέφευγαν ακόμη και να κοιτάξουν. Έτσι λοιπόν εγώ ήθελα ο θεατής να αντιμετωπίσει κατάματα αυτό τον άνθρωπο και να καταλάβει ότι θα μπορούσε να είναι ο καθένας από εμάς.