Κύριε Cluzet, σε αυτή την ταινία παίζετε έναν ηθοποιό που υποδύεται τον Τζον Λένον. Πρόκειται δηλαδή για ένα ρόλο διπλό. Ήταν ευκολότερο ή δυσκολότερο από άλλους ρόλους σας;
Όμως αυτός ο χαρακτήρας είναι ένας αποτυχημένος ηθοποιός. Αυτό ακούγεται πολύ ενδιαφέρον γιατί εσείς, έχετε σημαντικές επιτυχίες. Δυσκολευτήκατε να μπείτε στο μυαλό αυτού του ήρωα;
Ο ήρωάς σας υποδυόμενος τον Lennon χρειάζεται να μιλήσει Αγγλικά (με σωστή προφορά) και να καταλάβει από μουσική. Πως αντιμετωπίσατε αυτή την «πρόκληση»;
Μέχρι την πρόταση για την ταινία, σας είχαν επισημάνει ποτέ ότι μοιάζετε με τον Τζον Λένον;
Ο σκηνοθέτης της ταινίας είπε ότι δύο είναι οι αγαπημένες του σκηνές στο φιλμ: αυτή με τη Marie Trintignante στα σύννεφα και αυτή που εσείς παίζετε κιθάρα με τη «Γιόκο Όνο». Ποια είναι η δική σας αγαπημένη σκηνή στην ταινία;
Διάβασα κάπου ότι το πλατό ήταν παιδότοπος. Πώς ήταν οι συνθήκες του γυρίσματος; Ήταν μια εμπειρία πολύ ευχάριστη ή εκνευριστική;
Ενώ η ταινία αναφέρεται κατά βάση στη μοναξιά, κρύβει και ένα μήνυμα ειρήνης. Το μήνυμα αυτό δεν είναι πρωτεύον, αλλά το φέρνουν στο προσκήνιο οι συνθήκες. Μήπως τελικά δεν έχει σημασία τι έχει σκοπό να πει κάποιος αλλά πώς αυτό ερμηνεύεται από το κοινό;
Έχετε συνεργαστεί με καταξιωμένους σκηνοθέτες, όπως ο Paul Cabernier, αλλά έχετε βοηθήσει και πολλούς νέους σκηνοθέτες στις πρώτες τους δουλειές. Έχει διαφορά κάθε περίπτωση ή είστε απλά ένας επαγγελματίας που ακούει τους σκηνοθέτες του;
Και η τελευταία ερώτηση. Ποια είναι η σχέση σας με το internet; Το χρησιμοποιείτε για τα μικρά καθημερινά πράγματα; |
Francois Cluzet
Francois Cluzet (F.C.): Αυτό ακριβώς είναι το πλεονέκτημα του ρόλου: ότι το κοινό βλέπει κάποιον, που είναι κάποιος άλλος. Δε βλέπει το Τζον Λένον, βλέπει ένα άτομο που υποδύεται τον Τζον Λένον. Ακριβώς το γεγονός ότι ξέρουμε πως δεν είναι ο αυθεντικός, έρχεται να προσδώσει ένα κωμικό στοιχείο
F.C.: Αντιθέτως, ήταν εύκολο. Πιστεύω πως το ανάποδο έχει δυσκολία: να είσαι δηλαδή ένας αποτυχημένος ηθοποιός στην πραγματικότητα και να υποδύεσαι έναν πετυχημένο ηθοποιό.
F.C.: Ναι, ο μεγάλος μου αδερφός ήταν αυτός που έφερε την αγγλική γλώσσα στο σπίτι, τη ροκ μουσική επίσης και όλα αυτά ήταν καθοριστικά
F.C.: Όχι, μου είχαν πει ότι μοιάζω στον Ντάστιν Χόφμαν! Με τον Τζον Λένον δε με είχαν ποτέ συγκρίνει. Και αυτή είναι η αρχή της σκηνοθεσίας ξέρετε: Η προσέγγιση που μπορείς να επιτύχεις με κάποιον ήρωα, ακόμη και αν χρειάζεται να βασιστείς μόνο στα σύμβολα, τις αναμνήσεις που έχει αφήσει στη συλλογική μνήμη. Ξέρουμε όλοι ότι ο Λένον είχε τα συγκεκριμένα γυαλιά, το συγκεκριμένο κούρεμα. Όταν κάποιος βάζει ένα γκολ σε ένα γήπεδο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πάσα ήταν αυτή που του επέτρεψε να βάλει το γκολ. Κάπως έτσι συμβαίνει και με το σινεμά, όπου πίσω από το τελικό αποτέλεσμα βρίσκεται μια σειρά επιλογών.
F.C.: Θα έλεγα ότι είναι το τέλος, εκεί που τραγουδάει η Marie μιμούμενη την Τζάνις. Και εκεί φαίνεται καθαρά μέχρι που μπορεί να φτάσει ένας ηθοποιός. Φαίνεται όλη η δουλειά που έκανε η Marie, για έναν ολόκληρο χρόνο, που έψαξε πώς ήταν η Τζάνις σαν τραγουδίστρια. Ακόμη, έφτασε στο σημείο να δουλέψει με μια δασκάλα τραγουδίστρια και μελετούσαν μέχρι και τον τρόπο με τον οποίο το στόμα της Τζάνις παραμορφωνόταν, το ρυθμό με τον οποίο τραγουδούσε και πώς αυτά τα δύο στοιχεία έδιναν αυτή την ένταση που είχε στο τραγούδι της. Ξέρετε, αν αφαιρέσεις από έναν τραγουδιστή τον τρόπο με τον οποίο τραγουδά, π.χ. από τον Ζακ Μπρελ ή την Εντίθ Πιαφ, χάνεται ένα μεγάλο κομμάτι της μουσικής τους. Αυτοί οι μουσικοί είχαν ένα χαρακτηριστικό τρόπο με τον οποίο τραγουδούσαν. Αυτή την ένταση. Και για αυτό πιστεύω ότι στη σκηνή που τραγουδάει, (χωρίς βέβαια την πραγματική της φωνή) μιμείται τη Τζόπλιν, έχοντας καταφέρει να πετύχει ακόμα και την ιδιαίτερη κίνηση των χειλιών. Έχει μπει μέσα στη φωνή και μέσα στο χαρακτήρα και έχει καταφέρει να αγγίξει το ανώτατο στάδιο ενός ηθοποιού: να αρνηθεί την προσωπική της ένδυση, να την πετάξει και να γίνει ο άλλος . Και αυτό όταν το βλέπω, σκέφτομαι την τελευταία σκηνή και πείθομαι ότι το μαγικό φίλτρο δούλεψε και έδεσε η μαγιά
F.C.: Όχι εκνευριστική, ήταν πολύ ευχάριστες οι συνθήκες των γυρισμάτων. Εξάλλου πρέπει να σας πω ότι ποτέ στη ζωή μου δε γέλασα τόσο πολύ στη ζωή μου πριν, όσο στα γυρίσματα αυτής της ταινίας. Υπήρχε αυτή η συγκίνηση, την οποία δημιουργούσε και το υπέροχο ντεκόρ που υπήρχε στο στούντιο, το οποίο μπορεί να μην το αντιλαμβανόμαστε τώρα αλλά είναι πολλή δουλειά από πριν. Δουλειά από ανθρώπους όπως ζωγράφοι, νεκορατέρ, φωτιστές. Όλοι αυτοί δημιούργησαν έναν ιδανικό χώρο για ηθοποιία, για τεχνική, το οποίο ήταν τέλεια ελεγχόμενο. Σκεφτείτε ότι μπορείς να πάρεις ανθρώπους σε ένα χώρο μαζί και να ξέρουν όλοι άψογα τη δουλειά τους και όταν αυτό το μαγνητοσκοπήσεις, να βγει το χειρότερο δυνατόν. Δεν αρκεί λοιπόν απλά να τα καταγράφεις όλα με τέλειο τρόπο τέλεια για να έχεις ένα τέλειο αποτέλεσμα. Ούτε αν πάρεις 10-15 φορές την ίδια σκηνή από διαφορετικούς άξονες της κάμερας μπορείς να πετύχεις την τελειότητα, γιατί θα εξαντλήσεις τους ηθοποιούς σου. Αντίθετα, επιλέγοντας να απαιτήσεις «λιγότερη δουλειά» καταφέρνεις να διατηρήσεις τη φρεσκάδα του ηθοποιού και να έχεις περισσότερες πιθανότητες να πετύχεις αυτή την αλχημεία του δραματικού παιχνιδιού. Και εκεί βρίσκεται και η αλήθεια: στο πέρα, στο μετά, στο να μη μείνεις μόνο στον εαυτό σου. Αυτό είναι το μεγάλο λειτούργημα.
F.C.: Ναι, συμβαίνει αυτό που λέτε, υπάρχει μια ιδέα που είναι κρυμμένη και έρχεται μπροστά. Εξαρτάται όμως κάθε φορά από το κοινό.
F. C. : Κοιτάξτε, έχω κάνει 50 ταινίες και τώρα ετοιμάζομαι για την 51η. Δεν μπορώ να πω ότι δουλεύω με τον ίδιο τρόπο όταν βρίσκομαι με ένα σκηνοθέτη ο οποίος τώρα κάνει την πρώτη του ταινία. Δουλεύω όπως το κρασί που αρχίζει να γερνάει. Όσο περισσότερο γερνάει, τόσο καλύτερο γίνεται. Βέβαια, το επικίνδυνο για ένα σκηνοθέτη που είναι μιας κάποιας ηλικίας, είναι να μην μπει σε μια αντιπαραγωγική φάση, σε μια κλιμακτήριο, θα λέγαμε. Ή το πώς θα περάσει αυτή την κλιμακτήριο. Να μην αχρηστευτεί δηλαδή από τον ίδιο του τον εαυτό αλλά να παραμείνει ενεργός. Και εκεί είναι και θέμα ευφυΐας. Ξέρετε, η ευφυΐα και η ευτυχία είναι δυο αλληλένδετες σχέσεις. Όσο πιο ευφυής είναι κάποιος, σε τόσο μεγαλύτερη κατάσταση ευδαιμονίας βρίσκεται. Πάμε λοιπόν στην κατηγορία των σκηνοθετών, οι οποίοι από την πρώτη τους κιόλας ταινία αποδεικνύουν ότι γνωρίζουν τον κινηματογράφο εκ των έσω, αποδεικνύουν ότι διαθέτουν ένστικτο. Από την πρώτη στιγμή λοιπόν ο Benchetrit μας έβαλε σε μια σχέση ευχαρίστησης μεταξύ μας. Όσο δηλαδή μας έδινε την ευκαιρία να κάνουμε «χαβαλέ» κατά τα γυρίσματα, τόσο περισσότερο απέδιδε στη δουλειά το κλίμα ανοχής που είχε σκόπιμα δημιουργήσει. Και μέσα σε τέτοιες συνθήκες ελευθερίας μπορεί ο ηθοποιός να δείξει τη γενναιοδωρία του.
F.C.: Μέχρι πρόσφατα δεν είχα επαφή με το διαδίκτυο. Τώρα πια που τα παιδιά μου έχουν μεγαλώσει, σχεδόν το απαίτησαν. Πήραμε έτσι ένα υπολογιστή και με τη βοήθειά τους έχω αρχίσει να εγκλιματίζομαι στο νέο αυτό μέσο.
|