CinemaNews.gr - All About Movies
Συνεντεύξεις
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Γράψατε 22 με 23 εκδοχές του σεναρίου. Γιατί; Είναι δύσκολο να γράψει κανείς;

Τι πιστεύετε για τις αμερικανικές κωμωδίες;

Πέρα από το σενάριο όμως, δεν είναι σημαντική και η επιλογή των ηθοποιών; Εσείς διαλέξατε τον Ντανιέλ Οτέιγ, έναν ηθοποιό γνωστό για τις δραματικές του ικανότητες.

Την επιλογή των ηθοποιών την επιβάλλει ο παραγωγός της ταινίας;

Έχετε πει πως μια ταινία δίχως ύφος είναι μια ταινία δίχως ουσία. Θα μπορούσατε να δώσετε έναν ορισμό του «ύφους»;

Είναι αναγνωρίσιμος τελικά αυτός ο τρόπος κάθε δημιουργού;

Πιστεύετε ότι αυτό το ύφος υπήρχε και στον Κιούμπρικ, που έχει κάνει όλα τα είδη;

ΣΑ εσάς, υπάρχει αυτό;

Πιστεύετε πως είναι απαραίτητο το happy end σε μια ταινία, ιδιαίτερα σε μια κωμωδία; Και κάτι ακόμη: μπορεί να υπάρξει ταινία χωρίς ιστορία αγάπης;

Μα και σΑ αυτή την ταινία το happy end είναι σχετικό. Δε νομίζετε;

Τι γνωρίζετε για τον ελληνικό κινηματογράφο;

Και μια τελευταία ερώτηση: ποια η σχέση σας με το Ίντερνετ;
 

Pierre Salvadori (2)
Θανάσης Γεντίμης: Γράψατε 22 με 23 εκδοχές του σεναρίου. Γιατί; Είναι δύσκολο να γράψει κανείς;
Pierre Salvadori: Πολύ. Η κωμωδία είναι πολύ δύσκολη. Χρειαζόμαστε ένα θέμα ενδιαφέρον, καθώς και χαρακτήρες ενδιαφέροντες και πολύπλοκους. Εδώ έχουμε δυο φίλους που αγαπιούνται και την ίδια στιγμή ο ένας προδίδει τον άλλο. Ο ένας αγαπά μια γυναίκα και την ίδια στιγμή την προδίδει, αλλά προδίδει και τον εαυτό του. Διαρκώς. Συνεπώς η κωμωδία είναι πολύπλοκη. Θέλουμε να κάνουμε ένα πράγμα και δε μας βγαίνει. Έτσι είναι και η ανθρώπινη φύση. Πλούσια. Εν συνεχεία χρειαζόμαστε μια ιστορία που να περιέχει κωμικές καταστάσεις. Μια καλή κωμική κατάσταση είναι όταν το κοινό γνωρίζει κάτι που αγνοούν οι χαρακτήρες. Όπως για παράδειγμα η σκηνή του γράμματος. Γνωρίζει το κοινό πως μέσα στο γράμμα γίνεται λόγος για θάνατο και άγχος, όμως η γιαγιά δεν το γνωρίζει. Και ο Οτέιγ το γνωρίζει. Και αυτό λειτουργεί. Είναι η λεγόμενη τραγική ειρωνία. Πρέπει λοιπόν να βρούμε καλές καταστάσεις. Είναι πολύ δύσκολο. Δεν μπορούμε να λέμε ό,τι μας κατέβει.

Ορέστης Καραβάς: Όπως στις αμερικανικές κωμωδίες...
PS: Κι όμως. Υπάρχουν αμερικανικές κωμωδίες που είναι πολύ καλύτερες από τις γαλλικές. Οι σημερινές γαλλικές κωμωδίες είναι χάλια! Εϊναι αλήθεια πως υπάρχουν αμερικανικές ταινίες καλές, λίγες βέβαια, πολύ λίγες. Κατά τη γνώμη μου ο καλός κινηματογράφος σήμερα βρίσκεται στην Ευρώπη και την Ασία. Όμως οι γαλλικές κωμωδίες σήμερα είναι... Θεέ μου! Τα τρία τέταρτα είναι για πέταμα. Είναι πολύ δύσκολο λοιπόν να προσπαθήσεις να δημιουργήσεις μια ιστορία. Κι η ιστορία αυτή να είναι δυνατή, με ενδιαφέροντες χαρακτήρες και μάλιστα αστεία. Είναι πολύ δύσκολο. Διότι το θρίλερ που γύρισα, το οποίο μιλούσε για πράγματα που με απασχολούσαν, για πράγματα πολύ σκληρά, πολύ σημαντικά, που γνώριζα καλά, το έγραψα σε τρεις μήνες, γύρισα δυο εκδοχές, μία για την τηλεόραση και μία για τον κινηματογράφο, και σ’ ένα χρόνο είχαν τελειώσει όλα. Αυτή εδώ η ταινία διήρκεσε τέσσερα χρόνια: δύο μόνο για το σενάριο, να το φτιάξω, να κόψω, να προσθέσω, να δώσω ρυθμό... Ακόμα και τώρα πιστεύω ότι το τέλος είναι λίγο χαλαρό. Όταν γυρίζεις μια αργή σκηνή λες ότι θέλεις να είναι πιο γρήγορη. Ναι αλλά έτσι κάτι πιο χαλαρό μοιάζει ακόμα πιο αργό κτλ. Θέλει φοβερή δουλειά. Και φοβερή ισορροπία.

ΘΓ: Πέρα από το σενάριο όμως, δεν είναι σημαντική και η επιλογή των ηθοποιών; Εσείς διαλέξατε τον Ντανιέλ Οτέιγ, έναν ηθοποιό γνωστό για τις δραματικές του ικανότητες.
PS: Η καριέρα του Ντανιέλ Οτέιγ είναι τεράστια. Ξεκίνησε ως χορευτής, κατόπιν έκανε οπερέτα, μετά μπουλβάρ κωμωδίες... Τα έχει κάνει όλα! Τον θαυμάζω γι’ αυτό. Όπως και τον Κάρι Γκραντ που ξεκίνησε ως ακροβάτης. Ο Οτέιγ είχε μια εξαιρετικά μακρά πορεία. Έπαιξε μπροστά σε κοινό δυο-τριών ανθρώπων και μετά σε θέατρα ασφυκτικά γεμάτα. Είναι αλήθεια πως τώρα ο Οτέιγ είναι γνωστός για το δραματικό μέρος της καριέρας του. Παλαιότερα όμως στη Γαλλία έκανε κωμωδίες. Αρα εγώ γνώριζα πως ήξερε να προκαλεί το γέλιο. Αυτό δεν είναι γνωστό έξω. Ο Οτέιγ είναι δραματικός σταρ τα τελευταία είκοσι χρόνια. Όμως όταν ήμουν μικρός, ο Οτέιγ ήταν κωμικός.

ΟΚ: Την επιλογή των ηθοποιών την επιβάλλει ο παραγωγός της ταινίας;
PS: Όχι. Όταν έκανα το «Marchants de sable», ένα φιλμ νουάρ, ή την αμέσως προηγούμενη, δεν είχα μεγάλα ονόματα. Είχα την Μαρί Τρεντινιάν (αλίμονο, έγινε γνωστή για τις τρομερές προσωπικές της ιστορίες), μια ηθοποιό αναγνωρισμένη μα όχι γνωστή. Όμως μετά το «Marchants de sable» είπα πως ήθελα να κάνω μια ταινία με σταρ, διότι αυτό θα μου ξαναέδινε ελευθερία. Ίσως μετά θελήσω να κάνω μια ταινία χαμηλού προϋπολογισμού και μετά πάλι μια πιο ακριβή. Ο κινηματογράφος είναι μια βιομηχανία και το εμπορικό κομμάτι του βαραίνει ολοένα και περισσότερο. Συνεπώς πρέπει να καταφέρουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε προσωπικές ταινίες, όμως ταυτόχρονα να έχουμε και τα λεφτά για να γυρίζουμε ταινίες. Κι αυτό είναι πολύ δύσκολο. Ο Ντανιέλ Οτέιγ είναι σταρ, μπορεί να φέρει λεφτά στις αίθουσες, αλλά ταυτόχρονα είναι και ηθοποιός. Είναι σοβαρός, αγαπά την δουλειά του ηθοποιού. Δεν είναι φτιαχτός. Ελπίζω να μη φτάσω κάποια στιγμή να κάνω ταινίες με ανθρώπους που δε συμπαθώ μόνο και μόνο γιατί μου αποφέρουν χρήματα.

ΟΚ: Έχετε πει πως μια ταινία δίχως ύφος είναι μια ταινία δίχως ουσία. Θα μπορούσατε να δώσετε έναν ορισμό του «ύφους»;
PS: Το ύφος της ταινίας είναι η γλώσσα της ταινίας. Αυτό που φαίνεται από τα πρώτα δέκα λεπτά. Δεν εννοώ το αν η ταινία είναι γαλλική, αγγλική, υποτιτλισμένη. Η γλώσσα της ταινίας είναι ο ιδιαίτερος τρόπος αφήγησης που χρησιμοποιούμε ήδη από το πρώτο τέταρτο. Είναι ο αόρατος δεσμός της ταινίας, αυτό που της δίνει συνοχή. Είναι εξαιρετικά σημαντικό. Ο Τριφό χαρακτήριζε τις ταινίες του Λούμπιτς ως εξής: «είναι σα γραβιέρα, όπου ακόμα και οι τρύπες είναι ευφυείς». Είναι ο καθαρά ιδιαίτερος και μοναδικά προσωπικός τρόπος ενός δημιουργού και κάθε δημιουργού να διηγηθεί μια ιστορία.

ΟΚ: Είναι αναγνωρίσιμος αυτός ο τρόπος;
PS: Πιστεύω πως σε ορισμένους είναι. Εάν μου βάλετε μια ταινία του Λούμπιτς ή του Μπλέικ Έντουαρντς ή του Μιτσογκούσι ή του Φορντ και δε μου πείτε το όνομα του σκηνοθέτη, θα μπορούσα να τον βρω. Αυτό συμβαίνει στους πραγματικούς δημιουργούς. Ακόμη κι αν κάποιος αλλάζει ύφος.

ΟΚ: Όπως ο Κιούμπρικ, που τα έχει κάνει όλα;
PS: Όπως ο Κιούμπρικ. Είναι το ιδιαίτερο στήσιμο της κάμερας. Είναι περισσότερο το φυσικό ύφος της ταινίας και λιγότερο η διήγηση. Πέρα από το αν αναγνωρίζουμε ή όχι το σκηνοθέτη, είναι αυτό που δίνει συνοχή στην ίδια την ταινία. Αυτό που την κάνει κάθε φορά ιδιαίτερη.

ΟΚ: Σ’ εσάς, υπάρχει αυτό;
PS: Το ελπίζω!

ΟΚ: Πιστεύετε πως είναι απαραίτητο το happy end σε μια ταινία, ιδιαίτερα σε μια κωμωδία; Και κάτι ακόμη: μπορεί να υπάρξει ταινία χωρίς ιστορία αγάπης;
PS: Δεν πιστεύω πως είναι απαραίτητο το happy end σε μια ταινία. Στην πρώτη μου ταινία υπήρχε. Στην τρίτη πάλι όχι. Παρόλο που ήταν κωμωδία, αρκετά αστεία, ήταν διαποτισμένη με μια θλίψη. Ήταν η ιστορία μιας τρελλής γυναίκας, μιας μυθομανούς. Η δεύτερη ταινία μου μιλά επίσης για κάποιον που χάνει τα λογικά του, έναν καταθλιπτικό, αγχωτικό.

ΘΓ: Μα και σ’ αυτή την ταινία το happy end είναι σχετικό. Είναι ευχάριστη κατάληξη για το ζευγάρι, όχι όμως για τον ήρωα του Γκαρσιά.
PS: Βεβαίως, βεβαίως! Αν και τελικά ίσως αυτός είναι ο πιο ελεύθερος στο τέλος! Εγώ όμως δε θέτω το ερώτημα μ’ αυτό τον τρόπο. Γενικά με ένα happy end η ταινία τα πάει καλύτερα στο box office. Πάνω απ’ όλα όμως πρέπει να έχει συνοχή, νόημα. Δεν πρέπει οι χαρακτήρες να αλλοιώνονται για να υπάρχει ντε και καλά happy end. Όσο για τις ιστορίες αγάπης, όχι, υπάρχουν ένα σωρό ιστορίες.

ΟΚ: Τι γνωρίζετε για τον ελληνικό κινηματογράφο; Και μην αναφέρετε τον Αγγελόπουλο, διότι είναι ένας δημιουργός εντελώς ιδιότυπος. Δεν έχει καμία σχέση με το ελληνικό σινεμά.
PS: Δε φτάνουν στη Γαλλία πολλές ελληνικές ταινίες. Έχω δει μόνον το «Μετέωρο βήμα του πελαργού» και εκείνη την ταινία με το Μαστρογιάνι.

ΟΚ: Του Αγγελόπουλου και οι δύο!
PS: Πω, πω! Με αγχώνει αυτή η ερώτηση! Έρχονται πολλές ταινίες από την Αργεντινή π.χ. ή την Κορέα, όχι όμως από την Ελλάδα.

ΟΚ: Και μια τελευταία ερώτηση: ποια η σχέση σας με το Ίντερνετ;
PS: Το χρησιμοποιώ πολύ. Όχι για τη δουλειά μου, όμως όταν ψάχνω κάτι συγκεκριμένο, ακόμα και το πιο ασήμαντο, το αναζητώ στο Ίντερνετ. Το χρησιμοποιώ απίστευτα πολύ. Όπως όλος ο κόσμος άλλωστε. Ακόμη και από περιέργεια, για να μαθαίνω νέα.

ΟΚ: Ευχαριστούμε πολύ.

Διαβάστε το πρώτο μέρος της συνέντευξης
 


ΑΡΧΕΙΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ
Μεγάλα Αφιερώματα

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ