Η ταινία σας είναι κωμωδία. Από ποιους δημιουργούς έχετε επηρεαστεί;
Μήπως οι έλληνες θεατές γελούν σε διαφορετικές φάσεις απΑ ό,τι οι γάλλοι;
Η κωμωδία έχει να κάνει με τη γλώσσα. Έτσι δεν είναι;
Πιστεύετε πως το χιούμορ είναι διεθνές;
Έχετε πει πως η κωμωδία μας βοηθά να ζούμε. Αυτός είναι ο λόγος που κάνετε κωμωδίες;
Πείτε μας για τον ήρωα της ταινίας που θέλει νΑ αυτοκτονήσει;
Στην ταινία σας υπάρχει κι άλλο ένα τραγικό γεγονός: οι δυο άντρες πρέπει νΑαποφασίσουν για το ποιος θα πάρει το κορίτσι!
Πιστεύετε πως πρέπει να είναι κανείς αστείος για να μπορεί να κάνει κωμωδίες;
Παρά την αγάπη σας για τις κωμωδίες έχετε γυρίσει κι ένα θρίλερ. Το ξέρατε πως κι ο Αλφρεντ Χίτσκοκ είχε κάνει κι εκείνος μια κωμωδία;
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην κωμωδία και το θρίλερ; Είναι τα δύο άκρα, σωστά;
Μπορούμε τελικά να γίνουμε σομελιέ χωρίς να γνωρίζουμε τίποτα για τα κρασιά; Το βρήκα εξαιρετικά αστείο, διότι, απΑ όσο ξέρουμε, στη Γαλλία ο σομελιέ είναι κάτι σαν καλλιτέχνης. Διαβάστε το δεύτερο μέρος της συνέντευξης |
Pierre Salvadori (1)
Pierre Salvadori: Έχω κυρίως επηρεαστεί από δημιουργούς των αρχών του αιώνα, αμερικανούς, τον Λούμπιτς, τον Μπλέικ Έντουαρντς, τον Μπίλυ Γουάλντερ. Είναι οι κινηματογραφιστές που με επηρέασαν περισσότερο όταν ξεκίνησα να κάνω ταινίες. Κυρίως οι χολιγουντιανές κωμωδίες του ‘30-’40.
PS: Όχι. Ήμουν στη Νέα Υόρκη πριν δεκαπέντε μέρες. Εκεί οι θεατές γελούσαν πάνω-κάτω στα ίδια σημεία. Όμως υπήρχαν και μικρές διαφορές. Είμαι μεσογειακός, οπότε είναι αισθητό στην ταινία το μεσογειακό πνεύμα. Ας πούμε πως στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιταλία γελούν σίγουρα στα ίδια σημεία, όμως στις ΗΠΑ υπήρχαν κάνα-δυο σημεία όπου ο κόσμος δεν καταλάβαινε. Παρόλ’ αυτά, στο σύνολο είναι αυτό που επιθυμούσα.
PS: Η γλώσσα, οι διάλογοι, οι χαρακτήρες, οι καταστάσεις. Είναι εξαιρετικά πολύπλοκο να επιτύχεις να δημιουργήσεις μια διήγηση που να ‘ναι ακριβής, με νόημα, έξυπνη και ταυτόχρονα αστεία. Είναι απόλυτα αναγκαίο να είναι αστεία. Μια κωμωδία περνά υποχρεωτικά από τη μετατόπιση και την ειρωνεία. Συνεπώς πρέπει να μιλάμε για πράγματα που γνωρίζουμε, για τη ζωή μας κτλ, μα να προσπαθούμε να τα μεταμορφώσουμε για να φτιάξουμε κάτι αστείο. Πολλοί διάλογοι λοιπόν, αλλά πολλές καταστάσεις και χαρακτήρες επίσης.
PS: Πιστεύω προπαντός πως είναι ανατρεπτικό και πολύ σημαντικό. Εάν θέλουμε να πούμε κάτι, το χιούμορ είναι διεθνές. Η κωμωδία όμως χρησιμεύει για να πούμε τα πράγματα διακριτικά, για να περάσουμε κάποια πράγματα καλυμμένα. Εάν θέλετε να πείτε κάτι συγκεκριμένο με χιούμορ, όσοι συμφωνούν μαζί σας θα γελάσουν, ενώ όσοι διαφωνούν θα αδιαφορήσουν. Αντιθέτως, εάν πείτε κάτι μέσω της μυθοπλασίας, της διήγησης ή της κωμωδίας, ακόμη κι αν κάποιος είναι εντελώς αντίθετος με όσα λέτε, θα συγκινηθεί παρόλ’ αυτά, θα καταλάβει κάτι.
PS: Ναι, γι’ αυτό. Διότι στις κωμωδίες οι χαρακτήρες μάχονται. Βρίσκονται στην αρχή, αλλαγμένοι, αμήχανοι. Οι κωμικοί χαρακτήρες δεν είναι σαν τους άλλους. Είναι περιθωριακοί. Δείτε για παράδειγμα το Σαρλό: αυτός είναι εξαιρετικά περιθωριακός. Δεν έχει λεφτά, δε σκέφτεται όπως οι άλλοι, βρίσκεται σε διαρκή μάχη με την αστυνομία, τις μηχανές, τα χρήματα, τον έρωτα. Είναι χαρακτήρες που μάχονται, γεμάτοι ζωή. Θεωρώ πως η κωμωδία συχνά παρουσιάζει άντρες και γυναίκες που είναι διαφορετικοί, περιθωριακοί, μαχητικοί, περίπλοκοι. Έχουν περάσει μέσα από συναισθήματα διφορούμενα και αντιφατικά. Στην κωμωδία ενυπάρχει αυτό το αίσθημα ζωής, ζωντάνιας, μαχητικότητας ακόμη κι αν δε φαίνεται. Οι χαρακτήρες της κωμωδίας είναι άνθρωποι που μάχονται συχνά για το καλύτερο ενάντια σε ένα σύστημα που ενίοτε είναι παράλογο. Αυτό είναι που μ’ αρέσει στην κωμωδία.
PS: Ο ήρωας της ταινίας μου που θέλει ν’ αυτοκτονήσει είναι στην αρχή χαμένος, συντετριμμένος. Κρέμεται από αυτό. Είναι εκείνος που αποποιείται των πάντων. Είναι κουρασμένος. Δε νομίζω πως μπορεί να υπάρξει κωμωδία χωρίς το δραματικό στοιχείο, είτε είναι εμφανές αυτό είτε όχι. Μπορεί να είναι δυνατό ή ανεπαίσθητο. Κατόπιν εκείνο που μετρά είναι ό,τι πρόκειται να συμβεί στη συνέχεια. Δηλαδή κάποιος τον σώζει, μετά νιώθει σαν ηλίθιος που το έκανε και του ζητά συγγνώμη, ο άλλος του λέει «δεν πειράζει» κτλ. Να ξεκινάς από δυνατές και ακριβείς καταστάσεις και μέσα από διαξιφισμούς και αντιφάσεις να δημιουργείς ανθρώπινους δεσμούς και σχέσεις. Όλα αυτά είναι ο άνθρωπος. Κάτι εξαιρετικά πολύπλοκο.
PS: Βεβαίως! Μα δεν υπάρχει κωμωδία χωρίς τραγωδία. Η κωμωδία είναι ακριβώς μια οπτική. Ξεκινάμε από καταστάσεις δραματικές που προκαλούν την ιστορία, για τις οποίες μπορούμε να φτιάξουμε μια ταινία, και κατόπιν αυτή εξαρτάται από το πώς τη βλέπουμε. Κάποιος άλλος θα μπορούσε να διηγηθεί τα ίδια πράγματα με πολύ θλιβερό τρόπο. Στη σκηνή της δοκιμής των κρασιών θα μπορούσαμε να είχαμε κινηματογραφήσει μόνο το φόβο. Θα μπορούσαμε να δείξουμε την ίδια σκηνή με φοβερό τρόπο. Όμως εγώ επιλέγω την κωμωδία. Ξεκινώ λοιπόν από καταστάσεις θλιβερές, από πράγματα που με απασχολούν, και τα διηγούμαι με ανάλαφρο τρόπο. Ακριβώς αυτό που είπα χθες βράδυ: το να κάνεις ταινία είναι να έχεις μια οπτική γωνία για μια ιστορία. Νομίζω πως εάν την ίδια ιστορία την κινηματογραφήσουν διαφορετικοί άνθρωποι, δε θα βγάλουν την ίδια ταινία.
PS: Ναι, μα ήταν ηθοποιός. Ο Τζον Κλιζ των Μόντι Πάιθονς είναι ένας άνθρωπος εξαιρετικά αγχωτικός με σοβαρά προβλήματα κατάθλιψης. Όταν διαβάζεις τις συνεντεύξεις του δεν περιμένεις πως θα σου μιλήσει για ψυχολογία και ψυχιατρική. Το ίδιο και ο Μπλέικ Έντουαρντς: είναι ένας άνθρωπος πολύ αγχωτικός. Δεν ξέρω... Εξαρτάται. Πιστεύω πως πρέπει να γνωρίζεις τον πόνο για να καταλάβεις την αξία της ευτυχίας και τη σημασία της, την ελαφρότητα και το χιούμορ. Νομίζω πως οι άνθρωποι που κάνουν μόνο σκοτεινές και θλιβερές ταινίες δε γνωρίζουν τον πόνο. Πρέπει να έχουμε περάσει θλιβερές καταστάσεις για να γνωρίζουμε την αξία της ηρεμίας, της ελαφρότητας, του γέλιου. Εάν τώρα το ερώτημά σας αφορά στο κατά πόσον εγώ είμαι αγχωτικός, σας λέω πως είμαι πολύ ανήσυχος. Κι αυτό γενικά πάει παράλληλα με μια μεγάλη δόση χιούμορ. Αλλιώς θα πεθάνουμε! Ο Τζον Κλιζ πάλι έχει πει πως τα παιδιά δεν έχουν άγχος, γι’ αυτό δεν έχουν και χιούμορ. Η αίσθηση του χιούμορ έρχεται μαζί με την αίσθηση του πόνου και της αγωνίας για τη ζωή.
PS: Ναι, την περίοδο που βρισκόταν στην Αγγλία. Μα δεν πήγε πολύ καλά!
PS: Ναι. Είναι ο αντι-νατουραλισμός. Αυτό που δε μ’ αρέσει στον κινηματογράφο είναι ο νατουραλισμός. Να πάρω ένα καθρέφτη και να πω στον κόσμο «αυτό είστε». Να κινηματογραφήσω αυτήν εδώ τη σκηνή, τώρα που μιλάμε εμείς οι τρεις, έτσι όπως ακριβώς είναι. Πιστεύω στην ποίηση, τη μετατόπιση, την αλλοίωση, το κείμενο, τους διαλόγους. Το ωραίο στον Σέξπιρ ή το Μολιέρο είναι το ότι όταν κάποιος δει μια κοπέλα που την αγαπά δεν της λέει «σας αγαπώ», αλλά «η καρδιά μου κτλ». Μ’ αρέσει η μετατόπιση. Να λειτουργεί η οθόνη σαν πρίσμα από το οποίο να περνάμε για να πούμε κάποια πράγματα αληθινά, να χρησιμοποιούμε την ποίηση, την μετατόπιση. Πραγματικά σιχαίνομαι το νατουραλισμό στον κινηματογράφο.
PS: Αναρωτιέμαι κι εγώ: γιατί διάλεξα το σομελιέ; Αρχικά διότι ο ήρωάς μου παλαιότερα υπήρξε αλκοολικός. Και το βρίσκω πολύ αστείο το γεγονός ότι το μόνο επάγγελμα που μπορούσαν να του βρουν είναι σομελιέ. Έτσι θα πίνει όλη την ώρα! Εμένα μου αρέσει πολύ το κρασί. Όμως συνειδητοποίησα ότι πολύς κόσμος δε γνωρίζει πολλά πράγματα γύρω από το κρασί. Μόνο πολύ μπλα -μπλα. Υπάρχει κόσμος που αγαπά το καλό κρασί, αλλά υπάρχει και πολύς σνομπισμός. Γι’ αυτό ο Οτέιγ λέει στον Γκαρσιά «μη φοβάσαι: εδώ ο κόσμος δεν ξέρει και πολλά. Θα λες ‘‘έχω ένα καλό Βουργουνδίας, όχι πολύ ακριβό’’ και όλα θα πάνε πολύ καλά». Διότι το κρασί Βουργουνδίας είναι στη μόδα τώρα. Υπάρχει μόδα για όλα! Πολλές φορές αγοράζετε ένα φθηνό κρασί που βγαίνει πολύ καλό κι άλλες φορές μας σερβίρουν ένα Μπορντώ του χίλια εννιακόσια τόσο που είναι επίσης πολύ καλό. Είμαι βέβαιος πως ένας πονηρός σομελιέ μπορεί να μας τουμπάρει.
|