CinemaNews.gr - All About Movies
Συνεντεύξεις
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Το «Etre et avoir» έχει βραβευθεί, εκτός από τη Γαλλία, σε πολλά φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Εδώ στην Αθήνα, στο 4ο Φεστιβάλ Γαλλικού Κιν/φου, η ταινία απέσπασε το βραβείο κοινού. Αυτό το βραβείο έχει διαφορετικό «βάρος», καθότι δόθηκε από το κοινό;

Το «Etre et avoir» είναι μια ταινία fiction ή ένα ντοκιμαντέρ;

Ποια η σχέση του «documentary» και του «document»; Εάν δεχθούμε πως document είναι το τεκμήριο, η μαρτυρία της πραγματικότητας, τότε ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να ψεύδεται;

Πράγματι. Ένα από τα παιδιά, όταν είδε την ταινία, ένιωσε σπουδαίος. Κι ένα άλλο είπε: «με την κάμερα κάνουμε λιγότερες χαζομάρες και δουλεύουμε πιο σοβαρά». Είχατε γίνει κι εσείς μέρος της τάξης;

Ζήσατε για αρκετούς μήνες μέσα σε μια τάξη δημοτικού σχολείου. Πόσο πιστεύετε ότι έχει αλλάξει η εκπαιδευτική διαδικασία από την εποχή που ήσασταν εσείς μαθητής;

Ναι αλλά είχε προηγηθεί μια προετοιμασία πριν τα γυρίσματα"
 

Nicolas Philibert (1)
Ορέστης Καραβάς (Ο.Κ.): Το «Etre et avoir» έχει βραβευθεί, εκτός από τη Γαλλία, σε πολλά φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Εδώ στην Αθήνα, στο 4ο Φεστιβάλ Γαλλικού Κιν/φου, η ταινία απέσπασε το βραβείο κοινού. Αυτό το βραβείο έχει διαφορετικό «βάρος», καθότι δόθηκε από το κοινό;
Nicolas Philibert (N.Ph.): Με ευχαριστεί αυτό, όμως δεν ξέρω… έχει διαφορετικό βάρος; Με συγκινεί να γνωρίζω πως στο κοινό μιας άλλης χώρας μπόρεσε να «μιλήσει» μια ταινία, η οποία επιπλέον δεν είναι ταινία fiction. Δεν είναι κι άσχημα.

Θανάσης Γεντίμης (Θ.Γ.): Το «Etre et avoir» είναι μια ταινία fiction ή ένα ντοκιμαντέρ;
N.Ph.: Είναι ένα ντοκιμαντέρ. Είναι αληθινά παιδιά σε ένα αληθινό χωριό με έναν αληθινό δάσκαλο. Ωστόσο το ντοκιμαντέρ είναι και κινηματογράφος. Έχω πολλές φορές αντιμετωπίσει ανθρώπους που λένε «α, είναι υπέροχη η ταινία σου! Αλλά πότε επιτέλους θα κάνεις μια πραγματική ταινία;» Εννοούν ταινία fiction. Μια ταινία fiction είναι πραγματική ταινία και ένα ντοκιμαντέρ δεν είναι; Είναι περίεργο. Σίγουρα είμαστε μέσα σε ένα ντοκιμαντέρ, αλλά το ντοκιμαντέρ (το ακούω συχνά αυτό) δεν είναι μια «φωτοτυπία της πραγματικότητας». Δεν είναι η ωμή πραγματικότητα. Είναι ένας περιορισμός της πραγματικότητας. Είναι ένα βλέμμα, κάποιες επιλογές, μια υποκειμενική οπτική γωνία, είναι η ΔΙΚΗ μου ερμηνεία μιας συγκεκριμένης πραγματικότητας. Κινηματογράφησα πραγματικά παιδιά σε μια πραγματική τάξη ενός πραγματικού σχολείου, αλλά έκανα επιλογές όλη την ώρα. Κατά τη διάρκεια του γυρίσματος επέλεγα να κινηματογραφήσω αυτήν εδώ τη φάση και όχι εκείνη εκεί, αποφάσιζα αν θα κινούσα την κάμερα ή όχι κλπ. Υπήρχαν κινηματογραφικές επιλογές όλη την ώρα. Αλλά το αντιμετωπίζω αυτό συνέχεια: οι θεατές θεωρούν πως το ντοκιμαντέρ είναι μια παθητική κάμερα στημένη μέσα στην τάξη που κινηματογραφεί διαρκώς. Όχι βέβαια. Δεν είναι όμως και λάθος να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη «fiction», διότι η δομή του συγκεκριμένου φιλμ ακολουθεί κάπως τη δομή μιας ταινίας μυθοπλασίας. Είναι πολύ αφηγηματικό, προσπάθησα να διηγηθώ μια ιστορία με πρόσωπα, οπότε δεν είμαστε τόσο πολύ μακριά από το fiction ως προς αυτή την έννοια.

Ο.Κ.: Ποια η σχέση του «documentary» και του «document»; Εάν δεχθούμε πως document είναι το τεκμήριο, η μαρτυρία της πραγματικότητας, τότε ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να ψεύδεται;
N.Ph.: Δεν ξέρω ακριβώς τι εννοούμε με τη λέξη «document». Εγώ προσπαθώ να κάνω κινηματογράφο. Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι να ψεύδεσαι. Θα έλεγα καλύτερα ότι κυρίως χειριζόμαστε εικόνες και ήχο. Η λέξη «χειρισμός» είναι συχνά υποτιμημένη, παρεξηγημένη. Έχει γίνει συνώνυμη της χειραγώγησης, του ψεύτικου, της απάτης. Πιστεύω πως όταν κάνουμε μια ταινία, χειριζόμαστε εικόνες και ήχο. Αποφασίζουμε πως αυτό το πλάνο θα το βάλουμε εκεί, διότι αν το βάλουμε αλλού θα είναι κάτι διαφορετικό. Χειριζόμαστε εικόνες με την πρωταρχική έννοια. Και γιατί όχι; Φυσικά και θέλουμε να πείσουμε για κάποια πράγματα, να συλλέξουμε, να ερμηνεύσουμε. Όταν τελικά η ταινία σέβεται τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που έχει καταγράψει, τότε είναι εντάξει. Πιστεύω πως η συγκεκριμένη ταινία είναι ταυτόχρονα η οπτική μου, η ερμηνεία μου, αλλά είναι και πιστή στο πνεύμα αυτής της σχολικής τάξης. Και κανείς, αφού δει την ταινία, δεν υποτιμά ούτε περιφρονεί την τάξη αυτή. Βέβαια ο κάθε κινηματογραφιστής θα θέσει τα όριά του, και δεν είναι τα ίδια για τον καθένα, σχετίζονται με αυτό που ο ίδιος είναι σε σχέση με τους άλλους. Εγώ προσπαθώ να δημιουργήσω εμπιστοσύνη. Υπάρχουν άλλοι που προσπαθούν να κλέψουν πράγματα και εικόνες, να καταγγείλουν μια κατάσταση, να καταδικάσουν ή να κρίνουν με μια ταινία. Εγώ προσπαθώ να δημιουργήσω ένα κλίμα εμπιστοσύνης με τα παιδιά και το δάσκαλο, να γίνω αποδεκτός. Σέβομαι αυτό που κινηματογραφώ, αλλά θέλω να σέβονται και μένα. Είναι αμφίδρομη η εμπιστοσύνη. Και προσπαθώ να είμαι εκεί. Όταν με ρωτούν «πώς τα καταφέρατε να ξεχάσουν την παρουσία σας τα παιδιά;» απαντώ: «δεν προσπάθησα να με ξεχάσουν, αλλά να με αποδεχθούν». Προσπάθησα να δώσω στα παιδιά να καταλάβουν πως δεν ήμουν εκεί για να τα κρίνω, ούτε για να τα κινηματογραφήσω κρυφά. Δεν είναι μια κάμερα ασφαλείας, αλλά μια κάμερα εύνοιας. Αυτό σημαίνει επίσης πως δεν πιέζω να μου ανοίξουν την πόρτα τους. Διότι τα παιδιά είναι αυθόρμητα, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Άλλα πάλι ντρέπονται με την κάμερα. Ντρέπονται πολύ. Πολλές φορές σκέφτηκα «σήμερα δε θα κινηματογραφήσω τη Ναταλί, δε νιώθει καλά σήμερα». Με την πίεση, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Εάν σας κινηματογραφήσω ενώ δεν έχετε διάθεση, θα νιώσετε πολύ άσχημα.

Ο.Κ.: Πράγματι. Ένα από τα παιδιά, όταν είδε την ταινία, ένιωσε σπουδαίος. Κι ένα άλλο είπε: «με την κάμερα κάνουμε λιγότερες χαζομάρες και δουλεύουμε πιο σοβαρά». Είχατε γίνει κι εσείς μέρος της τάξης;
N.Ph.: Μια κάμερα αλλάζει πάντα τη συμπεριφορά. Πρέπει όμως να βρούμε ένα τρόπο ώστε να μην την αλλάζει πάρα πολύ. Διότι εάν η κάμερα παραλύσει τελείως ένα ήδη ντροπαλό παιδί, ή από την άλλη αναγκάσει ένα ιδιαίτερα αυθόρμητο παιδί να συμπεριφέρεται σα ρομπότ, το ’χασες το παιχνίδι. Πρέπει να προσπαθείς να μην απομακρύνονται τα παιδιά και ο δάσκαλος από αυτό που πραγματικά είναι, αν και κατ’ ανάγκην αλλάζουν. Πιστεύω πως τα παιδιά συχνά είχαν διάθεση να δείξουν την καλή τους πλευρά. Υπήρχε ένα παιδί, ο Αξέλ, που περνούσε την ώρα του κοιτάζοντας τις μύγες και ο καθηγητής τον μάλωνε. Μπροστά στην κάμερα όμως σοβάρευε. Πολλές φορές λοιπόν προσποιούμουν πως τον κινηματογραφούσα για να σταματήσει να χαζεύει τις μύγες και να μην τον μαλώνει ο δάσκαλος. Εγώ δεν είχα πρόβλημα. Είχε όμως ο διευθυντής ήχου που έπρεπε να κρατάει το μικρόφωνο για να παριστάνουμε πως γυρίζουμε! Τελικά αποδείχθηκε πιο δύσκολο να καταφέρουμε να πάρουμε ένα πλάνο με τον Αξέλ να κοιτά τις μύγες (γέλια).

Θ.Γ.: Ζήσατε για αρκετούς μήνες μέσα σε μια τάξη δημοτικού σχολείου. Πόσο πιστεύετε ότι έχει αλλάξει η εκπαιδευτική διαδικασία από την εποχή που ήσασταν εσείς μαθητής;
N.Ph.: Μου θέτετε ένα δύσκολο ερώτημα. Ας διευκρινίσουμε πρώτα πως το γύρισμα διήρκεσε δέκα εβδομάδες και όχι πολλούς μήνες μέσα στην τάξη.

Ο.Κ.: Ναι αλλά είχε προηγηθεί μια προετοιμασία…
N.Ph.: Όχι. Καμιά προετοιμασία. Όσο λιγότερο προετοιμάζομαι, τόσο καλύτερα συμπεριφέρομαι. Δεν είμαι σαν τους ρεπόρτερ της τηλεόρασης που προσπαθούν να πληροφορήσουν τους θεατές. Εγώ προσπαθώ να κάνω κινηματογράφο, κι όχι να παραδώσω κάποια γνώση σχετική με τα μονοθέσια σχολεία της επαρχίας. Δεν είμαι παιδαγωγός, ούτε θέλω να μεταδώσω στο κοινό ένα σπουδαίο μήνυμα για τα επαρχιακά σχολεία ή την εκπαίδευση στη σύγχρονη κοινωνία. Ούτε προετοιμάστηκα πριν, διαβάζοντας για τα σχολεία της επαρχίας. Δε με ενδιέφερε. Ίσως να με ενδιαφέρει στο μέλλον. Εάν φορτωθείς με πληροφορίες από πριν, δημιουργείς ο ίδιος ανάγκες — «πρέπει να δείξω αυτό ή εκείνο» — και έτσι χάνεις το ουσιώδες, που είναι ο κινηματογράφος. Χάνεις το υλικό που διαθέτεις για να κάνεις μια ταινία, το «άνοιγμα». Είναι αλήθεια πάντως ότι πραγματοποίησα μια ακούσια προετοιμασία, καθώς αναζητούσα το σχολείο όπου θα γύριζα την ταινία. Επισκέφθηκα γύρω στις 100 με 110 τάξεις. Κατάλαβα και έμαθα ίσως κάποια πράγματα περνώντας τόσες ώρες σε εκείνες τις τάξει, όχι όμως παιδαγωγική. Είδα πρόσωπα, τον τρόπο με τον οποίο δούλευε ο δάσκαλος ή η δασκάλα, έπιασα τον παλμό της τάξης, είδα εάν η τάξη φωτιζόταν καλά, εάν θα μπορούσαμε να γυρίσουμε στο συγκεκριμένο μέρος, εάν θα ένιωθε άνετα ο δάσκαλος ή η δασκάλα, εάν είχε καλή φωνή που «γράφει»… Ήταν κινηματογραφικά τα κριτήρια που με ώθησαν να επιλέξω το συγκεκριμένο σχολείο. Η διάθεση να φτιάξω μια ταινία. Όχι η παιδαγωγική. Αυτό με φέρνει στο ερώτημά σας. Τα κριτήρια επιλογής δε συνδέονταν καθόλου με την παιδαγωγική. Μπορεί να βλέπατε στην ταινία μια νέα δασκάλα με μοντέρνα παιδαγωγική μέθοδο ή μια μεγαλύτερη με ιδέες πιο παραδοσιακές. Όμως αυτό για μένα δεν ήταν το ουσιώδες. Εξάλλου επέλεξα κάποιον άντρα με αρκετά παραδοσιακή μέθοδο. Είναι ταυτόχρονα ένας άνθρωπος του σήμερα, αλλά βρίσκεται λίγο και στο παρελθόν, έχει τρόπους κάπως παραδοσιακούς: «Καθήστε», «Μάλιστα, κύριε». Όταν όμως τον αντίκρισα είπα μέσα μου: «να ένα καλό κινηματογραφικό πρόσωπο. Την ίδια στιγμή στο τώρα και στο τότε. Αρχετυπικό. Και τελικά, αν κάνω την ταινία στην τάξη αυτήν, ίσως αποκτήσει μια διάσταση πιο παγκόσμια». Διότι εάν έψαχνα να κινηματογραφήσω μια συγκεκριμένη παιδαγωγική μέθοδο, η ταινία θα είχε μια αξία λιγότερο παγκόσμια. Όσον αφορά τώρα στο ερώτημά σας σχετικά με το αν η παιδαγωγική έχει αλλάξει από τότε που ήμουν εγώ στο σχολείο, ασφαλώς και έχει αλλάξει. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως όταν ήμουν εγώ μαθητής, ήμουν πολύ δυστυχισμένος, με εκνεύριζε, δεν προσαρμοζόμουν, αλλά απόλαυσα πολύ το ότι επέστρεψα στο σχολείο για να κάνω την ταινία. Η ταινία μου έδωσε για πρώτη φορά την ευκαιρία να νιώσω ευτυχισμένος στο σχολείο! Πιστεύω ωστόσο πως οφείλεται και στο ότι, όταν είμαστε παιδιά, είμαστε υποχρεωμένοι να πάμε σχολείο, ενώ αντιθέτως, όταν ενηλικιωνόμαστε, δεν έχουμε πλέον δικαίωμα να πάμε!

Διαβάστε το δεύτερο μέρος της συνέντευξης
 


ΑΡΧΕΙΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ
Μεγάλα Αφιερώματα

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ