Γράφει: Γιάννης Βασιλείου | 02.10.2012 Συναντήσαμε τον Αμερικανό σκηνοθέτη Whit Stillman, ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα με αφορμή το αφιέρωμα στο έργο του. Ο άνθρωπος που ξεχώρισε ήδη από την πρώτη του ταινία («Metropolitan» 1990) μίλησε στο CinemaNews.gr με περισσή όρεξη, αποκαλύπτοντάς μας πολλές αθέατες πτυχές της δουλειάς και της καριέρας του.
Τάσος Μελεμενίδης: Ένας θεωρητικός του κινηματογράφου σας περιγράφει σε άρθρο του ως έναν σαρκαστικό μα και στοργικό κριτή της μπουρζουαζίας. Συμφωνείτε με αυτό τον χαρακτηρισμό, που σας αποδίδει;
Whit Stillman: Μπορείς να ασκήσεις κριτική στη συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων για πολλά πράγματα, αλλά με ενδιαφέρει να κάνω το αντίθετο από το σύνηθες, που είναι να τους προσεγγίζεις υπό πολιτική σκοπιά. Με ενδιαφέρει να τους προσεγγίσω εκ των έσω, να καταλάβω τις συνήθειές τους. Πολλοί από αυτούς πάσχουν από εκείνο που ο ψυχίατρος Erik Erikson αποκαλεί "το σύνδρομο της έπαυλης". Έχουν μεγαλώσει σε έπαυλη και, όταν φεύγουν από αυτή, μοιραία πέφτουν επίπεδο και νιώθουν την ανάγκη να επιστρέψουν στο ίδιο επίπεδο. Έχουν γνωρίσει σημαντικούς ανθρώπους στο παρελθόν και θέλουν να δείχνουν και οι ίδιοι σημαντικοί, χωρίς να το έχουν κερδίσει. Έτσι προμηθεύονται τα κεφάλαια και ξεκινούν μια εταιρεία, αγοράζουν πολυτελή γραφεία με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ξέρουν τη δουλειά και τελικά αποτυγχάνουν.
Γιάννης Βασιλείου: Δε σας αρέσουν ιδιαίτερα τα τυπικά φινάλε, εκείνα που δεν αφήνουν ανοιχτούς λογαριασμούς. Στο «Barcelona» όμως έχετε ένα τέτοιο, με τους ήρωες να παντρεύονται στο τέλος.
Whit Stillman: Ισχύει, με τη διαφορά όμως ότι στο τέλος παντρεύονται διαφορετικούς ανθρώπους. Κατάλαβα όσο έγραφα το σενάριο ότι ο Ted και η Greta πρέπει να είναι μαζί, αν και στην αρχή δεν είχα τέτοιο σκοπό, γι' αυτό προέκυψε αυτό το φινάλε.
Τάσος Μελεμενίδης: Στα extras του dvd θυμάμαι ότι αναφέρεστε σε ένα εναλλακτικό φινάλε.
Whit Stillman: Δεν είναι ακριβώς εναλλακτικό φινάλε, καθώς η κατάληξη των χαρακτήρων θα ήταν ακριβώς η ίδια. Υπήρχε μια εναλλακτική σεκάνς προς το φινάλε, αλλά τη γύρισα πολύ άσχημα. Και θυμάμαι ότι ο σκηνοθέτης Rob Reiner, που ήταν ένας από τους χρηματοδότες του φιλμ, όταν είδε τη σεκάνς είπε ότι ήταν πολύ κακή και έπρεπε να αφαιρεθεί. Ήταν πολιτική και ο Reiner υποστήριζε ότι δεν έπρεπε να είναι πολιτική και ότι τα πράγματα στην Ισπανία δεν είναι έτσι. Μια νεαρή φίλη μου όμως, που έμενε στην Ισπανία, είδε το υλικό και με υποστήριξε, είπε ότι τα παρουσίασα όπως συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Παρέμενε όμως μια κακογυρισμένη σεκάνς και είμαι ευτυχισμένος που δε συμπεριλήφθηκε στην αρχική ταινία. Να προσθέσω πως αυτά τα extras των dvd είναι επικίνδυνα, βλέπει ο κόσμος ό,τι άσχημο έχεις κάνει (γέλια).
Τάσος Μελεμενίδης: Στα τρία πρώτα σας φιλμ οι ιστορίες που αφηγείστε συμπίπτουν με το τέλος μια εποχής. Στο τελευταίο σας φιλμ όμως αυτό δε συμβαίνει.
Whit Stillman: (Με περηφάνια) Είναι μια νέα αρχή.
Τάσος Μελεμενίδης: Και είναι και πιο οπτιμιστικό με το χορό στο τέλος.
Γιάννης Βασιλείου: Σχεδιάζατε εξαρχής να τελειώσετε την ταινία σας με όλους τους χαρακτήρες να χορεύουν ένα νούμερο του Fred Astaire από το «A Damsel in Distress»;
Whit Stillman: Αυτή ήταν η ιδέα εξαρχής, ναι. Αρχικά επρόκειτο να τελειώσω το φιλμ μου με το τραγούδι του Gershwin. Μετά όμως μου ήρθε η ιδέα να βάλω τους χαρακτήρες να χορεύουν το χορό Shambola. Γνωρίζω ότι η ταινία φαίνεται σα να έχει δύο φινάλε, αλλά σκέφτηκα ότι θα έχει πλάκα. Θα είναι σα να τρως δύο επιδόρπια. Και το τσιζκέικ και τη μους σοκολάτα! Νομίζω ότι μια από τις διασκεδαστικές παραμέτρους του να κάνεις σινεμά, είναι όταν προσπαθείς να συνθέσεις την ιστορία. Μου αρέσει να σκαρφίζομαι μια αρχή πριν την αρχή της ιστορίας κι ένα τέλος μετά το τέλος της ιστορίας.
Γιάννης Βασιλείου: Είχα διαβάσει κάπου ότι το «Metropolitan» ξεκινούσε με μια διαφορετική σκηνή.
Whit Stillman: Ναι, στο αρχικό κείμενο το «Metropolitan» ξεκινούσε με ένα κοντινό στον Charlie, o οποίος μιλούσε για το Θεό πριν τη γνωριμία της παρέας με τον Tom. Προτίμησα τελικά ένα διάλογο της Audrey με τη μητέρα της για να δείξω το άγχος και την ανασφάλεια που έχουν οι κοπέλες αυτής της τάξης όταν έρχονται οι ημέρες των πάρτι. Παρεμπιπτόντως στη σκηνή αυτή, τη μητέρα της Audrey υποδύεται μια μητέρα άλλης ηθοποιού στην ταινία, καθώς δεν είχαμε συμφωνία με την SAG (οι ηθοποιοί μας ήταν νέοι και σχεδόν ερασιτέχνες) και έτσι δε μπορούσαμε να προσλάβουμε επαγγελματίες για τους ρόλους μεγαλύτερης ηλικίας. Το ίδιο συνέβαινε και στις εξωτερικές σκηνές, όπου ζητούσαμε βοήθεια από περαστικούς, μάλιστα σε μια από τις ημέρες των γυρισμάτων έξω από ένα βιβλιοπωλείο που βρισκόμασταν έτυχε να βρίσκεται ένας βραβευμένος με νόμπελ φυσικός με τη φίλη του, και μπήκαν μέσα στα πλάνα.
Τάσος Μελεμενίδης: Χτες (στην προβολή του Metropolitan) αναφερθήκατε στο «Damsels in Distress» ως το αγαπημένο σας παιδί. Γιατί το αγαπάτε περισσότερο από όλα;
Whit Stillman: Έχω τη συνήθεια να θεωρώ την τελευταία ταινία που γυρίζω την καλύτερη όλων. Είναι αυτό που έκανα τώρα, είναι αυτό που είμαι τώρα. Ό,τι είχα κάνει προηγουμένως οδήγησε σ' αυτό. Είναι βέβαια λίγο δύσκολο να επιλέξω, γιατί το «Metropolitan» έγινε δεκτό με ενθουσιασμό, ενώ το «Last Days of Disco», που έλαβε ανάμικτες κριτικές όταν βγήκε, με τα χρόνια έχει κερδίσει αρκετούς θαυμαστές. Έχω συνηθίσει στις αρνητικές κριτικές, επειδή οι ιστορίες μου είναι ειπωμένες από μια ιδιαίτερη οπτική γωνία, που μπορεί να ξενίσει τον θεατή. Ακόμα και για το «Metropolitan», πριν βγει στις αίθουσες, δέχτηκα μερικά αρνητικά σχόλια.
Γιάννης Βασιλείου: Στο «Damsels in Distress» η ηρωίδα σας προσπαθεί να ξεκινήσει μια διεθνή χορευτική μόδα με το χορό Shambola, o οποίος, αν δεν απατώμαι, είναι δικής σας επινόησης.
Whit Stillman: Ναι, εγώ τον επινόησα. Προσπαθούσα να σκεφτώ μια ονομασία για το χορό και το Shambola ήταν μια λέξη που ακουγόταν σαν όνομα χορού. Κάτι ανάμεσα στο Bolero και την Samba. Έψαξα στο ίντερνετ να βρω αν το όνομα είναι κατοχυρωμένο, για να μην μπλέξουμε σε ατέρμονους δικαστικούς αγώνες για τα δικαιώματα και δε βρήκα τίποτα που θα μπορούσε να μας δημιουργήσει προβλήματα (μόνο μια ντίσκο στη Βραζιλία λέγεται Shambola). Και μετά ο χορογράφος μας έκανε πρόβες με τους ηθοποιούς βάζοντας τους να χορέψουν κάτι που έμοιαζε με τη Macarena. Αυτό που σκέφτηκα, όμως, ήταν να πάρουμε τα πιο διασκεδαστικά κομμάτια των χορών που χορεύονται σε ζευγάρια, όπως το τανγκό και το τσα-τσα και να τα ενώσουμε σε έναν χορό. Έτσι του το πρότεινα και εκείνος με όρισε συν-χορογράφο του.
Τάσος Μελεμενίδης: Λέμε συχνά ότι το τάδε βιβλίο θα μπορούσε να γίνει καλή ταινία. Έχω την αίσθηση ότι οι ταινίες σας θα μπορούσαν να γίνουν πολύ καλά βιβλία.
Whit Stillman: Ξέρετε ότι έγραψα μια λογοτεχνική μεταφορά του «The Last Days of Disco»; Παλιότερα είχα υπογράψει συμβόλαιο να κάνω το ίδιο και για το «Metropolitan», αλλά στο μεταξύ το «Barcelona» βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο κι εγώ δεν είχα πολύ χρόνο και το έτερο σκέλος της συμφωνίας ήταν πολύ πιεστικό ως προς την τήρηση της προθεσμίας κι έτσι το σχέδιο εγκαταλείφθηκε. Νομίζω όμως ότι το «Damsels in Distress» θα γινόταν ένα καλό μιούζικαλ, όχι βιβλίο. Είναι λίγο σαχλό για να γίνει βιβλίο.
Γιάννης Βασιλείου: Κοιτάζοντας τη φιλμογραφία σας παρατηρεί κανείς ότι σας αρέσει να γράφετε για νέους ανθρώπους.
Whit Stillman: Ισχύει, αλλά πριν ασχοληθώ με το «Damsels in Distress» σχεδίαζα να κάνω μια τηλεταινία για τη Wall Street με ηλικιακά μεγαλύτερους χαρακτήρες κι έπειτα κάποιος άλλος δημιουργός συμφώνησε να ετοιμάσει μια σειρά για τη Wall Street κι έτσι οι χρηματοδότες μου, μου είπαν ότι δεν είναι καλή ιδέα να χρηματοδοτήσουν αυτή την ιδέα μου και με ρώτησαν αν έχω κάτι άλλο να τους προτείνω. Τους ρώτησα "τι λέτε για μια κολεγιακή κωμωδία;", καθώς είχα ακούσει για ένα γκρουπ κοριτσιών σε κολλέγιο που συμπεριφέρονταν όπως οι ηρωίδες της ταινίας. Κι εκείνοι συμφώνησαν και μου ζήτησαν να έχω έτοιμο το σενάριο σε 6 εβδομάδες. Πέρα απ' αυτό μου αρέσει να περιγράφω καταστάσεις και συναισθήματα στο ξεκίνημα τους, και, αν και όντως χρονικά οι ταινίες μου διαδραματίζονται σε τέλος εποχής, έχουν πολλά ξεκινήματα - η πρώτη δουλειά μετά το κολλέγιο, η γνωριμία με έναν κόσμο τελείως διαφορετικό σε σχέση με πριν. Παράλληλα, σκεπτόμενος ως παραγωγός, είναι πολύ φθηνότερο να βρεις ενδιαφέροντες νέους ηθοποιούς για ρόλους που θέλεις, σε σχέση με φτασμένους ηθοποιούς μεγαλύτερης ηλικίας.
Τάσος Μελεμενίδης: Ο Charlie (Taylor Nichols) λέει στο «Metropolitan» πως η γενιά του είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Πως νοιώθετε γι' αυτήν τη σκέψη 22 χρόνια αργότερα;
Whit Stillman: Όπως συνεχίζει ο Charlie "Η αποτυχία μπορεί να έρθει στο μέλλον" και στα μέσα της προηγούμενη δεκαετίας, όταν είχαν περάσει αρκετά χρόνια από το «Last Days of Disco» και δεν είχα κάποιο project, άρχισα να σκέφτομαι ότι ίσως ο Charlie είχε δίκιο και ότι όντως τώρα βίωνα την αποτυχία. Ήταν πολύ επικίνδυνη σκέψη.
Να ευχαριστήσουμε τον συνάδελφο Τάσο Μελεμενίδη του «Εξώστη» για την πολύτιμη συμβολή του κατά τη διεξαγωγή και την απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης. |