Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η μητέρα της Charlotte ξαναπαντρεύεται. Η Charlotte εξοργίζεται, γιατί αγαπούσε πολύ τον πατέρα της, επειδή έπαιζε μαζί της πινγκ πονγκ. Σα να μην έφτανε αυτό είναι αναγκασμένη να συνοδέψει τη μητέρα της, τον πατριό της και τον γιο του στο μήνα του μέλιτος των δύο πρώτων στην Πελοπόννησο. Εκεί βαριέται του θανατά, επιδεικνύει προκλητική συμπεριφορά και χαμουρεύεται με γκαρσόνια. Για να μην τα πολυλογούμε, ένα τροχαίο αφήνει αυτή και τον γιο του πατριού της μόνους τους, να περιπλανιούνται σε μια άγνωστη γη με οδηγό ένα ημίτρελο γέροντα που λέει λιγότερα από όσα ξέρει, ξέρει περισσότερα από όσα λέει και έχει τη μορφή του Nick Nolte.
Ξέρεις ότι κάτι πάει στραβά, όταν οι στιχομυθίες των δυο κεντρικών -και λογικών- χαρακτήρων του φιλμ βγάζουν λιγότερο νόημα από τα λεγόμενα του αλλοπαρμένου γέροντα που μιλά με γρίφους. Υποψιάζεσαι ότι έχεις επιλέξει την λάθος προβολή από το ημερήσιο πρόγραμμα του φεστιβάλ, όταν τα άτσαλα κοψίματα και τα ατυχή παντρέματα εικόνας και μουσικής αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται. Και τελικά επιβεβαιώνεσαι, όταν σκάει μύτη τύπος που φέρνει σε κράμα κομπάρσου από τους Sopranos και ιδιοκτήτη καντίνας με πιτόγυρα στη Νέα Υόρκη, για να ενσαρκώσει τον Πειρασμό.
Το «Arcadia Lost» σηματοδοτεί την δεύτερη φορά που ο Φαίδων Παπαμιχαήλ επισκέπτεται το φεστιβάλ μετά το ατυχέστατο «From Within», ένα μεταφυσικό θρίλερ από εκείνα με το ενοχλητικό sound design, που κάνει τις μαξιλαροθήκες που τινάζονται στον αέρα, να ακούγονται σαν σύγκρουση τριαξονικής νταλίκας με κατάστημα ειδών υγιεινής. Από εκεί κρατήσαμε μόνο την εμπνευσμένη σεκάνς των τίτλων τέλους, που θύμιζε αμυδρά την εισαγωγική του 'Andromeda Strain'.
Το μεταφυσικό στοιχείο υπάρχει και στο «Arcadia Lost». Οι δύο ήρωες περιπλανιούνται σε έναν απροσδιόριστο κόσμο -μεταξύ ζωής και θανάτου; - μέχρι να βρουν τον τελικό τους προορισμό. Στη διαδρομή τους δύο φιγούρες προσπαθούν να τους υποδείξουν το δρόμο. Η μια εκπροσωπεί την Αρετή, η άλλη την Κακία. Η μια παραπέμπει στο θείο ή άλλη στο δαιμονικό. Η πρώτη αφήνει τους ήρωες να βρουν μόνοι τους τον δρόμο τους, καθοδηγώντας τους με ασαφείς χρησμούς, η δεύτερη προσπαθεί να τους αποπλανήσει με καραμελίτσες M&M's και blue ray. Α, και επιβεβαιώνει τις υποψίες πολλών ετών: το «Polar Express» είναι του σατανά!
Μέσα από απλοϊκούς συμβολισμούς (σκεφτείτε ότι το wake-up call που λένε οι Αμερικάνοι, μεταφράζεται σε μια σκηνή όπου κυριολεκτικά ένα τηλέφωνο εμφανίζεται από το πουθενά κι αρχίζει να χτυπά) και μόνιμη αφηγηματική σύγχυση ο Παπαμιχαήλ πασχίζει μάταια να σκαρώσει ένα εγχειρίδιο αγάπης, που καταλήγει στο φινάλε σε ένα επιμύθιο ευπρόσδεκτο και καλοπροαίρετο, το ταξίδι όμως που έχει προηγηθεί δυσαρεστεί και τον πλέον... καλοπροαίρετο! Ένα ταξίδι σοβαροφανές, εσωστρεφές και ασυνάρτητο , από το οποίο κρατάμε μόνο μερικά επιμέρους καλούδια, αποκλειστικά εγχώριου ενδιαφέροντος (γνώριμες ελληνικές τοποθεσίες στο ντεκόρ, το Αϊβαλιώτικο ζεϊμπέκικο σε χορογραφία Nick Nolte). Γιάννης Βασιλείου - 26.09.2010 |