Ο Ρόμπερτ είναι ένα λάστιχο αυτοκινήτου, ξεχασμένο και θαμμένο στην έρημο της Καλιφόρνια. Μια μέρα όμως ξυπνάει και αρχίζει να κυλάει. Είναι προικισμένο με ψυχοκινητικές δυνάμεις και ξεκινάει ένα δολοφονικό κυνήγι στην Αμερική ανατινάζοντας ό,τι βρει μπροστά του: από κεφάλια πουλιών και αράχνες μέχρι μπάτσους και παραπληγικούς. Ταυτόχρονα, μια ομάδα ανθρώπων που βρίσκεται επίσης στην έρημο αλλά σε απόσταση απ' τον Ρόμπερτ τον παρακολουθεί με κιάλια και σχολιάζει τις κινήσεις του.
Είναι πραγματικά δύσκολο να περιγράψει κανείς τι ένιωσε βλέποντας αυτήν την ταινία. Σίγουρα ξεκινά με τις καλύτερες προοπτικές. Ένα αυτοκίνητο ακολουθεί μια πορεία, ρίχνοντας καμιά δεκαριά καρέκλες στο διάβα του, μέχρι να σταματήσει και να βγει από το πορτμπαγκάζ ένας αστυνομικός, ο οποίος δέχεται ένα ποτήρι νερό που του προσφέρει ο οδηγός, πριν αρχίσει έναν ασύλληπτο μονόλογο/ωδή στο τίποτα. ''Για ποιό λόγο;'', θα αναρωτηθούμε. "Για κανέναν απολύτως λόγο!", θα μας πετάξει στα μούτρα ο Γάλλος Quentin Dupieux a.k.a Mr Oizo, γνωστός κυρίως ως electro μουσικός παραγωγός, όπου εδώ αναλαμβάνει χρέη σκηνοθέτη, σεναριογράφου και φυσικά μουσικού, μαζί με τη βοήθεια του συμπατριώτη του Gaspard Auge από τους Justice. Και κάπως έτσι ξετυλίγεται το παραλήρημα ενός θυμωμένου λάστιχου με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Πιστέψτε το, πρόκειται πράγματι για ένα λάστιχο - δολοφόνο, που σκοτώνει ανθρώπους, βλέπει τηλεόραση, κάνει μπάνιο και ερωτεύεται. And that's all folks!
Προφανώς ο κύριος Dupieux λατρεύει τα αμερικάνικα roadmovies, τις cult ταινίες τρόμου και το έξυπνο χιούμορ. Παράλληλα, φαίνεται να θέλει να στηλιτεύσει αυτήν την ακατάσχετη μπουρδολογία που επικρατεί στον καλλιτεχνικό χώρο, όπου η απουσία έμπνευσης και πραγματικού οράματος δύναται, με το σωστό marketing, να λανσαριστεί ως καινοτομία. Ωστόσο, κάτι λείπει, ή καλύτερα, κάτι πλεονάζει. Το «Rubber» θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει μια cult ταινία μικρού/μεσαίου μήκους. Τα 84 λεπτά του είναι απλώς βασανιστικά και φλύαρα. Βέβαια εάν όντως ήταν συντομότερη, εάν ο θεατής πράγματι δεν είχε απηυδήσει, μήπως τότε θα έχανε και το όλο νόημα, ήτοι ότι η αποθέωση της βλακείας και του απόλυτου μηδενικού, που πλασάρεται από τον κάθε «καλλιτέχνη», καταπίνεται αμάσητη από το κοινό; Ιδού η απορία... Μαριτίνα Παπαμήτρου - 20.09.2010 |